Παρασκευή, 10 Φεβρουαρίου 2012
Η ύστερη οθωμανική κυριαρχία επί της συμπαθούς και ιστορικής πόλης της Κορώνης (1715 – 1828) συμπίπτει με την κορύφωση της παρακμής της αυτοκρατορίας που άρχισε με τον θάνατο του Σουλεϊμάν του Α΄ του Μεγαλοπρεπούς, κορυφώθηκε επί Αχμέτ του Γ’ και κατέληξε επί Αμπντούλ Χαμίτ του Β΄ το 1909 σε κατάρρευσή της.
Η περίοδος αυτή χαρακτηρίστηκε από εξασθένιση της εξουσίας του Σουλτάνου υπέρ του Μεγάλου Βεζίρη, άνοδο των ντεβσιρμέ και κυριαρχία τους επί της παραδοσιακής τουρκικής αριστοκρατίας με περιορισμό της εξουσίας και του ρόλου των σπαχήδων. Οι ντεβσιρμέ γρήγορα όμως παγιδεύτηκαν στην σήψη και τον νεποτισμό της εποχής, διασπάστηκαν σε φατρίες και παρατάξεις που προσκολλήθηκαν στους αυτοκρατορικούς πρίγκιπες και τις φατρίες της αυλής, των οποίων ηγούντο οι μητέρες, οι αδερφές και οι σύζυγοι κάθε πρίγκιπα.
Μέσα σε αυτό το κλίμα η διοικητική οργάνωση της αχανούς αυτοκρατορίας ανέθρεψε γρήγορα τοπική εξουσία πού συχνά υπερέβαινε τα ασαφή τοπικά όρια και διεκδικούσε μεγαλύτερη επιρροή σε βάρος της κυριαρχημένης από σήψη και νεποτισμό αυτοκρατορίας.
Τα πασαλίκια και τα μπεηλίκια, ανάλογα με την προσωπικότητα του πασά ή του μπέη και την ιδιομορφία της περιοχής, διεκδικούσαν γρήγορα επιρροή στην αυτοκρατορία και συχνά αποκτούσαν ουσιαστική αυτονομία που ασκούσε αποφασιστική επιρροή στην διοικητική οργάνωση της αυτοκρατορίας και διαμόρφωνε την φυσιογνωμία της σε περιφερειακό και τοπικό επίπεδο.
Η Κορώνη, λόγω της προνομιακής της γεωγραφικής θέσης και της ισχυρής οικονομίας στην εποχή αυτή, αποτελούσε το κέντρο του ενδιαφέροντος των ντεβσιρμέ, που προωθούσαν τον εκλεκτό τους ως μπέη στο δεύτερο σημαντικότερο μπεηλίκι της αυτοκρατορίας, συχνά εκλεκτό ισχυρών αυτοκρατορικών πριγκίπων, πάντα μέλος ισχυρής φατρίας που λόγω της σημασίας του μπεηλικίου της Κορώνης αποκτούσε ευρύτερη επιρροή στην αυτοκρατορία, ασύγκριτα μεγαλύτερη του Πασά της Πελοποννήσου, ο οποίος έδρευε στην Τριπολιτσά και συχνά αναζητούσε την στήριξη και την προστασία του Μπέη της Κορώνης.
Η προεξέχουσα θέση του Μπέη της Κορώνης τον καθιστούσε αποτελεσματικό παράγοντα της συνολικής διοικητικής οργάνωσης της αυτοκρατορίας και απόλυτο κυρίαρχο του διοικητικού μηχανισμού της τελευταίας.
Η απόκτηση της ευνοίας του, συνήθως μέσω της τοπικής αυλής και κοινωνίας της Κορώνης, αποτελούσε το αποτελεσματικότερο εργαλείο ικανοποίησης συλλογικών και ατομικών αιτημάτων σε μια κοινωνία όπου κυριαρχούσε η απόλυτη θέληση του μονάρχη ως υπέρτατος νόμος του δοβλετίου. Η απόκτηση πρόσβασης στον μπέη της Κορώνης επιτυγχανόταν μέσω «συγγενών» του στην τοπική κοινωνία που παρείχαν τις υπηρεσίες τους με το αζημίωτο.
Με αυτό τον τρόπο η απόκτηση «μπάρμπα στην Κορώνη» ισοδυναμούσε με την λύση τού προβλήματος ή αιτήματος και απέδιδε την πλήρη ακμή και δόξα του δεσποτικού κράτους.
Η κατάρρευση των δεσποτικών αυτοκρατοριών του 18ου αιώνα συμπίπτει με τον διαφωτισμό, δηλαδή το πνευματικό κίνημα, που εμφανίσθηκε στην Γαλλία του 18ου αιώνα, αποτέλεσε τον πρόδρομο της Γαλλικής και των λοιπών επαναστάσεων της εποχής, που, με άξονα τον ορθολογισμό και την πίστη στην πρόοδο, διεκδίκησε αλλαγή σε όλους τους τομείς της ανθρώπινης δράσης, προτείνοντας πρωτόγνωρους θεσμούς στην οικονομία, την εκπαίδευση και την θρησκεία, που κατοχύρωναν την ατομική ελευθερία ενάντια στην απόλυτη εξουσία του μονάρχη και την καταπίεση της Εκκλησίας.
Φορέας των νέων ιδεών η ανερχόμενη αστική τάξη.
Σημαντικότεροι εκφραστές των νέων ιδεών ο Βολταίρος και ο Μοντεσκιέ και ο Ζ.Ζ. Ρουσσώ, που με την θεωρία του Κοινωνικού Συμβολαίου έδειχνε το δρόμο σε μια Ευρώπη που θα κυριαρχείται από τα δικαιώματα του ανθρώπου.
Δημιούργημα αυτών των ιδεών και του διαφωτισμού είναι η έννοια και αρχή του κράτους δικαίου.
Περιέργως αλλά όχι ανεξήγητα πρωτοεμφανίζεται στην σύγχρονη συνταγματική θεωρία στην Γερμανία του τέλους του 19ου αιώνα ως Rechtsstaat, ως κίνημα δηλ. αυτοπεριορισμού της κεντρικής εξουσίας του αυτοκράτορα, αλλά καλλιεργείται κυρίως στην Γαλλία ως Etat de droit και διεκπεραιώνεται στην πέραν της Μάγχης Ευρώπη, όπου σταδιοδρομεί ως rule of law.
Αποτελεί τον αντίποδα του δεσποτικού κράτους, που ήκμασε στο κατώφλι της Ευρώπης την περίοδο της Οθωμανικής κυριαρχίας, όταν η ύπαρξή κανόνων ή συνήθως η έλλειψη κανόνων στις σχέσεις διοίκησης και διοικουμένων, δεν θέτει όρια στην πρώτη ενόψει επίτευξης του επιδιωκόμενου αποτελέσματος, ενώ η αρχή του κράτος δικαίου αναγνωρίζει δικαιώματα στους διοικουμένους, εγγυάται τον σεβασμό τους και κυρίως υποτάσσει την δράση της διοίκησης σε κανόνες τεθειμένους εκ των προτέρων.
Φυσικά η άνθηση αυτή των ιδεών στην παλαιά Ευρώπη δεν είναι ξεκομμένη από την διαπάλη του απόλυτου μονάρχη στην πέραν της Μάγχης Ευρώπη αρχικά με τους ευγενείς και τον κλήρο και στην συνέχεια με την αστική τάξη. Προσδίδει όμως το ουσιαστικό περιεχόμενο στο αγγλικό πολίτευμα α) της ατομικής ελευθερίας και β) της άσκησης της διοικητικής εξουσίας.
Ήδη από τον 13ο αιώνα ο Bracton στο έργο του «De legibus et Consuetudinae Angliae» έγραφε «Ipse antem rex non debet esse sub Homine sed sub Deo et sub lege, quia lex facit regem», δηλαδή «ο ίδιος ο βασιλιάς δεν πρέπει να τελεί υπό την εξουσία ανθρώπων αλλά του Θεού και του νόμου, εφ’ όσον ο νόμος τον καθιστά βασιλιά», αρχή αποδίδουσα ό,τι αργότερα αποκλήθηκε rule of law και που καταγράφεται λυρικά στον περίφημο διάλογο του Καρόλου Α’ Στιούαρτ με το δικαστήριο όπου τον παρέπεμψε ο Κρόμβελ.
Είναι χαρακτηριστικό ότι η αρχή του κράτους δικαίου παραπέμπει στον νόμο, ενώ η αρχή rule of law του αγγλικού πολιτεύματος παραπέμπει στο κοινοβούλιο του οποίου η υπεροχή στο αγγλικό δίκαιο εκφράζεται διά του νόμου.
Η προηγηθείσα ιστορική αναδρομή έγινε για να διευκολυνθεί η αναζήτηση της έννοιας και της σημασίας του κράτους δικαίου στη σύγχρονη ευρωπαϊκή συνταγματική θεωρία σε περιβάλλον Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Από τώρα μπορεί να προσδιορισθούν τα βασικά χαρακτηριστικά αυτής της αρχής: α) η ύπαρξη κανόνων δικαίου που προβλέπουν και εγγυώνται τα ατομικά δικαιώματα έναντι της διοίκησης, τόσο ως προς το περιεχόμενο όσο και ως προς τον τρόπο άσκησης της εκτελεστικής και νομοθετικής εξουσίας, που βασίζεται σε συνταγματικές διατάξεις και διεθνείς συμβατικές δεσμεύσεις, που αποδίδουν ο,τι χαρακτηρίζεται ως φιλελευθερισμός, δηλαδή την ιδέα της αυτοδέσμευσης της κρατικής εξουσίας υπέρ της κοινωνίας και του ατόμου και ο οποίος συμπληρώνεται με την δημοκρατική αρχή, δηλαδή την ισχύ των κανόνων του δικαίου και την μεταβολή τους μέσω διαδικασίας που υπόκειται σε προϋπάρχοντες κανόνες, οι οποίοι και αυτοί μεταβάλλονται με την βούληση της, σε λαό, οργανωμένης κοινωνίας.