Στις Τελευταίες Θέσεις η Ανταγωνιστικότητα της Πελοποννήσου Μεταξύ των 276 Περιφερειών της Ευρωπαϊκής Ένωσης

Παρασκευή, 28 Δεκεμβρίου 2018

 

του Δημήτρη Μανιατάκη, Προέδρου Μανιατακείου Ιδρύματος

Η Τοπική Αυτοδιοίκηση βρίσκεται, για μια ακόμη φορά, μπροστά σε μεγάλες προκλήσεις αλλαγών και μεταρρυθμίσεων. Οι εκλογές για την Τοπική Αυτοδιοίκηση έχουν διττό χαρακτήρα. Αποτυπώνουν, αφενός, τα προβλήµατα της καθημερινότητας του πολίτη και συνιστούν, αφετέρου, µία κατεξοχήν πολιτική αναμέτρηση. Η επίφαση του τοπικού χαρακτήρα τους δεν είναι τίποτα άλλο από το «παραβάν» που κρύβει πολιτικές συνεργασίες κι αυτό είναι φανερό από το γεγονός ότι οι υποψήφιοι επιλέγονται από τα κόμματα και δεν αναδεικνύονται από την κοινωνία των πολιτών.

Πέρα από το ρευστό πολιτικό σκηνικό, την περιρρέουσα οικονομική αβεβαιότητα και τα επιμέρους ζητήματα που προκύπτουν από το Πρόγραμμα «Κλεισθένης Ι» (υιοθέτηση απλής αναλογικής, μείωση θητείας στα 4 χρόνια, δικαίωμα του εκλέγειν και του εκλέγεσθαι σε νεαρότερη ηλικία, επαναφορά των κοινοτήτων, εκλογιμότητα και άρση κωλυμάτων, κινητικότητα κι ευελιξία, λευκή-εποικοδομητική ψήφος), οι επικείμενες περιφερειακές και δημοτικές εκλογές πρέπει να ενέχουν μια πρόταση βιώσιμης ανάπτυξης και ενίσχυσης της κοινωνικής αλληλεγγύης.

Το φαινόμενο που παρατηρούμε στην Πελοπόννησο είναι ότι παρ’ όλες τις πολύ σημαντικές επενδύσεις που έχουν γίνει τα τελευταία χρόνια από ιδιωτικούς φορείς αλλά και τον Δημόσιο Τομέα, εντούτοις η Πελοπόννησος εμφανίζει «έντονα σημάδια οικονομικής περιθωριοποίησης» στο πλαίσιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Η επισήμανση αυτή γίνεται με βάση τα πλέον πρόσφατα στοιχεία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για τους Δείκτες Περιφερειακής Ανταγωνιστικότητας (Δείκτες RCI) για το έτος 2016, οποίοι εξετάζουν τους κάτωθι πυλώνες ανταγωνιστικότητας: 1) Θεσμοί, 2) Μακροοικονομική σταθερότητα, 3) Υποδομές, 4) Υγεία, 5) Βασική Εκπαίδευση, 6) Ανώτερη και Διαρκής Εκπαίδευση, 7) Αποτελεσματικότητα της Αγοράς Εργασίας, 8) Μέγεθος Αγοράς, 9) Τεχνολογική Ετοιμότητα, 10) Προηγμένες και Πολυσύνθετες Επιχειρηματικές Δραστηριότητες και 11) Καινοτομίες.

 

 

Με μια γρήγορη ματιά στα δημοσιευμένα στοιχεία παρατηρούμε ότι η Περιφέρεια Πελοποννήσου βρίσκεται στη θέση 272 στη Γενική Κατάταξη των 276 Περιφερειών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, κατακτώντας αυτή τη θέση μετά τη Στερεά Ελλάδα και πάνω από την Ανατολική Μακεδονία και Θράκη.

Η κλαδική διάρθρωση της οικονομίας της Περιφέρειας Πελοποννήσου αναμφισβήτητα εξακολουθεί να επηρεάζεται από την βαθειά και παρατεταμένη δημοσιονομική κρίση. Όμως αυτή η διάρθρωση δεν φαίνεται ικανή να αναχαιτίσει τον αυξανόμενο ανταγωνισμό που εμφανίζουν οι Περιφέρειες των χωρών της Κεντρικής Ευρώπης (Ουγγαρία, Τσεχία, Πολωνία) και της Βαλκανικής (Ρουμανία, Βουλγαρία). Η προσέλκυση μεγάλων όγκων επενδυτικών κεφαλαίων και επιχειρήσεων στην ανωτέρω ομάδα χωρών είχε ως αποτέλεσμα να οδηγηθούν σε «περιθωριοποίηση» οι Περιφέρειες της Ελλάδας που βρίσκονται στο νοτιοανατολικό άκρο της Ευρώπης. Δυστυχώς, η Περιφέρεια της Πελοποννήσου - μαζί με αυτήν της Ανατολικής Μακεδονίας & Θράκης - εμφανίζονται να έχουν από τους χειρότερους δείκτες Ανταγωνιστικότητας από το σύνολο των Περιφερειών της ΕΕ των «28», ακόμη και από τις περισσότερες Περιφέρειες της Βουλγαρίας και Ρουμανίας. Πρέπει να παραδεχτούμε ότι τα νούμερα είναι απογοητευτικά και το μέλλον δυσοίωνο.

Η Μεσσηνία την τελευταία δεκαετία έχει αλλάξει φυσιογνωμία. Έργα υποδομής, συγκοινωνιακά, αναπτυξιακά, αθλητικές εγκαταστάσεις, επενδύσεις στον πολιτισμό που σε συνδυασμό με τις επιχειρηματικές επενδύσεις, μικρές και μεγάλες, έχουν δώσει αναπτυξιακή πνοή στο νομό και έχουν βάλει τη Μεσσηνία στον παγκόσμιο τουριστικό χάρτη. Η ολοκλήρωση σπουδαίων έργων υποδομής υπήρξε σημείο αναφοράς για αυτή την στροφή. Τα πιο σημαντικά είναι ο αυτοκινητόδρομος Κόρινθος-Τρίπολη-Καλαμάτα και το διεθνές αεροδρόμιο της Καλαμάτας καθώς αποτελεί ένα από τα ταχύτερα αναπτυσσόμενα αεροδρόμια της χώρας.

Λαμβάνοντας υπόψιν όλους τους επιμέρους παράγοντες που συνιστούν τα πλεονεκτήματα (όπως π.χ. την πλούσια ιστορική, αρχαιολογική και πολιτιστική κληρονομιά, το φυσικό κάλλος, την έντονη βιοποικιλότητα σε χλωρίδα και πανίδα, το ήπιο κλίμα, το μεγάλο εύρος διαφορετικού τύπου τουριστικών προορισμών, την ιδιαίτερη τοπική κουλτούρα και λαογραφική παράδοση, τις υψηλές δυνατότητες του πρωτογενούς τομέα, κλπ.), τις αδυναμίες (έλλειψη επαρκών υποστηρικτών υποδομών και χαμηλό επίπεδο τεχνικών υποδομών για τον τουρισμό, το χαμηλό επίπεδο προσφερόμενων υπηρεσιών και ξενοδοχειακής υποδομής, έλλειψη επαρκούς συντήρησης και προστασίας των μνημείων πολιτιστικής κληρονομιάς, ύπαρξη αναξιοποίητων περιοχών, προβληματικές υποδομές στις μεταφορές, κλπ), τις ευκαιρίες (ανάδειξη περιοχών ιδιαίτερου φυσικού κάλλους, εκμετάλλευση αναξιοποίητων πόρων, ανάπτυξη εναλλακτικών μορφών τουρισμού, αξιοποίηση των μεγάλων έργων υποδομής, παροχή αναπτυξιακών κινήτρων, βιώσιμη αντιμετώπιση και αξιοποίηση των τουριστικών περιοχών), αλλά και τις απειλές για τη Μεσσηνία (συγκέντρωση τουριστών και τουριστικής επιχειρηματικότητας σε συγκεκριμένες περιοχές υψηλής ζήτησης, υποβάθμιση φυσικού περιβάλλοντος, έλλειψη συντονισμού μεταξύ κεντρικής διοίκησης και τοπικής αυτοδιοίκησης, χαμηλό επίπεδο προστασίας-συντήρησης του αρχαιολογικού πλούτου, με κίνδυνο καταστροφής τμήματος της πολιτιστικής κληρονομιάς, κλπ), η ανάδυση μιας νέας αντίληψης για την «ανάπτυξη» είναι αναπόφευκτη. Η οικονομία της Μεσσηνίας και της ευρύτερης Πελοποννήσου θα πρέπει να ξεφύγει από τα στεγανά του παρελθόντος και να ακολουθήσει ένα νέο μοντέλο βιώσιμης ανάπτυξης που να προσανατολίζεται στην εξωστρέφεια, ενώ παράλληλα να κάνει όλες τις απαραίτητες δομικές μεταρρυθμίσεις και αναμορφώσεις που θα εξασφαλίσουν την ανταγωνιστικότητα και την κοινωνική συνοχή της.